Από την 11η Σεπτεμβρίου στο Αφγανιστάν
Άρθρο του Απτχου (Ι) ε.α. Ιωάννη Αναστασάκη, της 51ης Σειράς Ιπταμένων της Σ.Ι. Τάξεως 1979
Αθήνα 30 Αυγούστου 2021
Στα πλαίσια μιας επίκαιρης στρατηγικής ανάλυσης είναι απαραίτητη η μελέτη των ιστορικών γεγονότων που οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση στο Αφγανιστάν. Τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου του 2001, η Αραβική Άνοιξη του 2011 και η κατάληψη της εξουσίας στο Αφγανιστάν από τους Ταλιμπάν το 2021, δεν είναι άσχετα μεταξύ τους.
Η αλληλουχία των σημαντικών αυτών γεγονότων ανά μία δεκαετία, είναι σαν τους κρίκους μιας αλυσίδας και έχουν μεταξύ τους λογική και στρατηγική συνέχεια. Ας εξετάσουμε τα δεδομένα:
2001 οι δίδυμοι πύργοι της 11ης Σεπτεμβρίου:
Ήταν η θρυαλλίδα που οδήγησε τις Δυτικές Δυνάμεις στο πόλεμο κατά της Διεθνούς ισλαμικής τρομοκρατίας.
Την 11η Σεπτεμβρίου του 2001 βρισκόμουν στις Βρυξέλλες για συμμετοχή μου σε σύσκεψη στο ΝΑΤΟ. Ήμουν αυτόπτης μάρτυρας της αναταραχής και αβεβαιότητας που επικρατούσε. Ήταν μία αποτυχία των Υπηρεσιών Πληροφοριών και Διεθνούς Ασφάλειας, όχι μόνο των Ηνωμένων Πολιτειών αλλά και του ΝΑΤΟ στο σύνολο των μελών της Δυτικής Συμμαχίας.
Η αποφασιστικότητα της Δυτικής συμμαχίας να καταπολεμήσει την διεθνή τρομοκρατία, είχε να αντιμετωπίσει μία ανυπέρβλητη όπως αποδείχθηκε δυσκολία. Η Δομή Δυνάμεων ήταν σχεδιασμένη για συμβατικές συγκρούσεις και όχι για ανταρτοπόλεμο. Η Σταδιακή αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος οδήγησε στην ανάπτυξη οπλισμένων αεροχημάτων (UCAV), εξοπλισμένων με ηλεκτρονικούς ανιχνευτές εντοπισμού και στοχοποίησης, με σκοπό να περιορίσουν τη δυνατότητα κινήσεων των τρομοκρατών σε περιοχές που ην μορφολογία και οι λοιπές συνθήκες δεν ήταν κατάλληλες για να αναπτυχθούν και να δράσουν συμβατικές ή ειδικές στρατιωτικές δυνάμεις. Η χρήση των UCAVs επέφεραν απώλειες στις τρομοκρατικές ομάδες αλλά από μόνα τους δεν ήταν δυνατόν να οδηγήσουν στην τελική επικράτηση.
Επιπλέον η ατολμία συμμάχων χωρών να διαθέσουν το κατάλληλο έμψυχο υλικό λόγω του φόβου των απωλειών, ήταν ένας επιπλέον ανασταλτικός παράγοντας στην αποφασιστική αντιμετώπιση της ισλαμικής κυρίως τρομοκρατίας. Το πρόβλημα αυτό σταδιακά διορθώθηκε με διεξαγωγή επιχειρήσεων δι’ αντιπροσώπων (proxy wars) καθώς και την χρησιμοποίηση μισθοφόρων (mercenaries). Με τις μεθοδεύσεις αυτές οι κυβερνήσεις απέφυγαν το πολιτικό κόστος που θα προκαλούνταν από πιθανές απώλειες του εθνικού τους στρατού σε επιχειρήσεις υπό την αιγίδα του ΟΗΕ στο εξωτερικό.
2011 η Αραβική Άνοιξη:
Χρονίζοντος του προβλήματος καταπολέμησης της ισλαμικής τρομοκρατίας για σχεδόν μία δεκαετία, κρίθηκε σκόπιμο να αντικατασταθούν κυβερνήσεις και καθεστώτα που ενεργά ή με την αδράνεια, είτε χρηματοδοτούσαν, είτε επέτρεπαν την στρατολόγηση μαχητών από τις ισλαμικές τρομοκρατικές ομάδες. Η διεθνής αυτή κίνηση «εκδημοκρατισμού» μουσουλμανικών χωρών ονομάστηκε Αραβική Άνοιξη και εξαπλώθηκε ως λαϊκή εξέγερση μέσω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Χώρες όπως η Τυνησία, η Λιβύη (πτώση Καντάφι), η Αίγυπτος (άνοδος του Μόρσι και των Αδελφών Μουσουλμάνων), η Συρία, η Υεμένη αντιμετώπισαν τις επιπτώσεις της Αραβικής Άνοιξης. Σε άλλες αραβικές χώρες αποφεύχθηκε η βία, όπως για παράδειγμα συνέβη στο Κατάρ που το 2013 ο τότε Εμίρης παραιτήθηκε υπέρ του υιού του και σημερινού Εμίρη.
Η Αραβική Άνοιξη δεν επέφερε τα επιθυμητά αποτελέσματα και τούτο διότι οι ομάδες ισχύος στις μουσουλμανικές χώρες, κυρίως οι Φυλές (Tribes) θεώρησαν ότι εκδημοκρατισμός σημαίνει να ανατρέψουν την υπάρχουσα κυβέρνηση για να αναρριχηθούν στην εξουσία. Στις συγκρούσεις που προέκυψαν εμφανίστηκαν και τρίτες χώρες υποστηρίζοντας στρατιωτικά την μία ή την άλλη πλευρά, γεγονός που περιέπλεξε την δυνατότητα επίλυσης των διαφορών και την εγκαθίδρυση της ειρήνης.
Ήταν και πάλι μία αποτυχία των Υπηρεσιών Πληροφοριών και Διεθνούς ασφάλειας, διότι απέτυχαν να προβλέψουν την εμπλοκή τρίτων Δυνάμεων και την ανεξέλεγκτη τροπή των εξελίξεων.
2021 το Αφγανιστάν στους Ταλιμπάν:
Η έλλειψη αποφασιστικότητας της πλειοψηφίας του Αφγανικού λαού να αποδεχθεί την προσπάθεια εκδημοκρατισμού της χώρας επί μία εικοσαετία, οδήγησε τους Αμερικανούς στη σκέψη εγκατάλειψης της προσπάθειας. Από το 2009 είχαν ξεκινήσει οι διαβουλεύσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες, μεταξύ στελεχών του Πενταγώνου και του Λευκού οίκου, σχετικά με την αλλαγή στρατηγικής και την πιθανή απαγκίστρωση των Αμερικανικών Δυνάμεων από το Αφγανιστάν. Οι τρεις τελευταίοι Πρόεδροι των ΗΠΑ υποστήριξαν την νέα αυτή στρατηγική που οδήγησε τελικά στην κατάληψη του Αφγανιστάν από τους Ταλιμπάν.
Ήταν για μία ακόμα φορά μία αποτυχία των Υπηρεσιών Πληροφοριών και Διεθνούς ασφάλειας, διότι απέτυχαν να προβλέψουν την ανικανότητα των Αφγανικών Δυνάμεων για αποτελεσματική άμυνα, με αποτέλεσμα την ταχύτατη προώθηση των Ταλιμπάν και κατάληψη της πρωτεύουσας Καμπούλ τουλάχιστον δύο μήνες γρηγορότερα από το αναμενόμενο. Το αίσθημα νίκης και ίδρυσης ισλαμικού Χαλιφάτου από τους Ταλιμπάν, ενέχει τον κίνδυνο να υποκινήσει ισλαμικές τρομοκρατικές ομάδες να επιχειρήσουν το ίδιο και σε άλλες μουσουλμανικές χώρες.
Η ταχύτατη προέλαση των Ταλιμπάν στην ουσία χωρίς αντίσταση από τον Αφγανικό στρατό, είχε ως αποτέλεσμα την κατάληψη μεγάλων αποθεμάτων προηγμένου στρατιωτικού υλικού, που οι νόμιμοι χρήστες δεν πρόλαβαν ή δεν ήθελαν να καταστρέψουν. Είναι στην διακριτική ευχέρεια των Ταλιμπάν και των άλλων ισλαμικών τρομοκρατικών ομάδων που συνεργάζονται μαζί τους, να χρησιμοποιήσουν το υλικό αυτό. Τότε βέβαια θα μετουσιωθούν σε ένα κλασικό συμβατικό στρατό που σχετικά εύκολα θα μπορεί να ηττηθεί από μία διεθνή στρατιωτική επέμβαση.
Τα αίτια της επέμβασης αυτής έχουν ήδη τεθεί και είναι η καταπάτηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων και ο χαρακτηρισμός τους ως μη έμπιστοι συνομιλητές. Η σπουδή των Ταλιμπάν να καταλάβουν την Καμπούλ νωρίτερα από τα συμφωνημένα, προσέδωσε σε αυτούς μεν την αίσθηση του νικητή, αλλά ταυτόχρονα επιβάρυνε την διεθνή αποδοχή τους ως μη έμπιστους συνομιλητές. Αφού τα αίτια βαραίνουν ήδη τον Φάκελο των Ταλιμπάν, λείπει μόνο η αφορμή για μία μελλοντική διεθνή στρατιωτική επέμβαση, που εκτιμάτε ότι θα δοθεί μέσα στην επόμενη δεκαετία.
Μέχρι τότε αλίμονο στους Αφγανούς που εγκλωβίστηκαν στη χώρα τους.
Αντιπτέραρχος (Ι) ε.α. Ιωάννης Αναστασάκης
(*) Ο Αντιπτέραρχος ε.α. Ιωάννης Αναστασάκης είναι σύμβουλος – στρατηγικός αναλυτής και συνεργάζεται με το ISDA στην Αθήνα, το ERPIC στην Λάρνακα, το UCLA/CMED στο Λος Άντζελες, το PRIF/APOME στη Φρανκφούρτη (adHoc), το ZSF στο Ζάγκρεμπ (adHoc), το ASG στο Μόναχο, το NESA CSS στην Ουάσιγκτον, το GMF of US στις Βρυξέλλες. Τέως Πρόεδρος του Experts Group (Ομάδα Εμπειρογνωμόνων) του Οργανισμού Wassenaar Arrangement στη Βιέννη και μέλος του Arms Export Control Association. Ιδρυτής της περιφερειακής δεξαμενής σκέψης ROSED.