Η Ελλάδα αποτελεί το μεγαλύτερο εμπόδιο για την εδαφική επέκταση και εδραίωση της επιρροής της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και στα Βαλκάνια. Γι’ αυτό και η γεωπολιτική απαξίωση της Χώρας μας, αποτελεί στρατηγικό στόχο της Τουρκίας. Η υλοποίηση αυτού του στόχου τέθηκε σε εφαρμογή μεθοδικά και οργανωμένα, από την επομένη της υπογραφής της συνθήκης της Λωζάννης (1923) αξιοποιώντας κάθε τρόπο, κάθε μέσον και κάθε ευκαιρία.
Αρχικά φρόντισε να απαλλαγεί από την Ελληνική ομογένεια στην Τουρκία, παραβιάζοντας κατάφορα όλες τις πρόνοιες της συνθήκης για την προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών της Ελληνικής μειονότητας. Αφού ολοκλήρωσε τον βίαιο εκπατρισμό των Ελλήνων ( “πογκρόμ” κατά των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης και της Σμύρνης το 1955, απελάσεις που ακολούθησαν μέχρι το 1964, καθώς και λοιπές απαγορεύσεις και δυσμενείς διακριτικές μεταχειρίσεις σε βάρος αυτών, κλείσιμο σχολείων, σχολών, εντύπων κλπ), ήγειρε και συντηρεί έκτοτε μέχρι και σήμερα ζητήματα, που ανήγαγε σε Ελληνοτουρκικές διαφορές, (Μουσουλμανική Μειονότητα της Θράκης, Εναέριος χώρος, Χωρικά ύδατα, Υφαλοκρηπίδα, αποστρατικοποίηση νήσων Αιγαίου κλπ), μαζί με το Κυπριακό ζήτημα που με υπαιτιότητα της Τουρκίας διέρχεται δεκαετίες τώρα, διαρκείς και επαναλαμβανόμενες κρίσεις.
Τα τελευταία μάλιστα χρόνια (και αφού εδραίωσε τα παραπάνω ζητήματα ως ελληνοτουρκικές διαφορές), η Τουρκία αναβάθμισε και εμπλούτισε τις διεκδικήσεις της, αμφισβητώντας έμπρακτα πλέον την κυριότητα Ελληνικών νησιών, αλλά και το δικαίωμα της χώρας μας να οριοθετήσει, σύμφωνα με τις ρυθμίσεις του Διεθνούς Δικαίου, της δική της ΑΟΖ.
Οι δικαιολογίες που υπονοεί ή προβάλλει ευθαρσώς η Τουρκία, γι’ αυτή την επεκτατική της πολιτική, είναι η τήρηση του όρκου του τουρκικού κοινοβουλίου του 1920 (παρότι τον “αθέτησαν” υπογράφοντας τη συνθήκη της Λωζάννης το 1923), τα κληρονομικά της δικαιώματα επί της οθωμανικής αυτοκρατορίας, τα σύνορα της καρδιάς της, η γαλάζια πατρίδα, η έλλειψη ζωτικού χώρου και άλλες παρόμοιες ακατανόητες και νομικά παντελώς ανυπόστατες, αποκλειστικά τουρκικές επινοήσεις.
Τα εργαλεία που χρησιμοποιεί, είναι η προβολή της στρατιωτικής της ισχύος, οι απειλές πολέμου (casus belli), οι χωρίς μέτρο προκλητικές παραβιάσεις του εθνικού εναερίου χώρου και των χωρικών μας υδάτων, το μεταναστευτικό, η απειλή γεωτρήσεων, η οριοθέτηση ΑΟΖ με την Λιβύη (τουρκολυβικό μνημόνιο) με αποκλειστικά “τουρκική μεθοδολογία”, που ευτελίζει το διεθνές δίκαιο της θάλασσας και αγνοεί τα δικαιώματα των Ελληνικών νησιών που ρητά απορρέουν από αυτό. Σημαντικό επίσης εργαλείο στις επιδιώξεις της, είναι η ανοχή των συμμάχων μας και γενικότερα της διεθνούς κοινότητας απέναντί της.
Δεν υστερεί όμως η Τουρκία, ούτε στο διπλωματικό επίπεδο στις προσπάθειες να απομειώσει τη Χώρα μας, όπου με αθέμιτες ενέργειες, αλλά και ύποπτες συμφωνίες με όμορες χώρες (Βουλγαρία, Β. Μακεδονία, Αλβανία, Λιβύη κλπ), προσπαθεί να απομονώσει διπλωματικά και γεωπολιτικά την πατρίδα μας. Παράλληλα επιδίδεται σε μια εκστρατεία κατασυκοφάντησης της Χώρας μας στο εξωτερικό, με προφανέστατα πληρωμένες αναρτήσεις στο διεθνή τύπο και μελέτες σε “ερευνητικά” κέντρα (πχ πανεπιστήμιο TURKU της Φινλανδίας) για δήθεν παραβίαση διεθνών συμφωνιών, ανθρωπίνων δικαιωμάτων κλπ.
Επικουρικά, επιδίδεται σε πολιτιστική διείσδυση σε διάφορες χώρες, μηδέ και της Χώρας μας εξαιρουμένης, (στην οποία βέβαια συμβάλλουμε και εμείς με την εκούσια προβολή τουρκικών σήριαλ στο ελληνικό κοινό). Παράλληλα και παρά τα δικά της προβλήματα, ιδιαίτερα αυτήν την περίοδο του κορωνοϊού, αυτοπροβάλλεται και ως “ανθρωπιστική δύναμη” με την αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας σε τριάντα τέσσερες (κατά δήλωσή της) Χώρες, προφανώς για μελλοντική εκμετάλλευση αυτών.
Όλα αυτά και πολλά άλλα, αποδεικνύουν αδιαμφισβήτητα ότι η Τουρκία έχει μακροχρόνιο στρατηγικό σχέδιο εκφοβισμού, μείωσης της αξιοπιστίας και απομόνωσης της Χώρας μας, ώστε να κάμψει τη θέληση των οργάνων της Ελληνικής Πολιτείας και του λαού για αντίδραση στην επιδιωκόμενη και διακηρυγμένη άλλωστε, έμπρακτη αμφισβήτηση της εθνικής μας κυριαρχίας, με τελικό στόχο τη γεωπολιτική και χωρίς αντίσταση, συρρίκνωση της ελληνικής επικράτειας και την εδραίωση της επιρροής της σαν περιφερειακής δύναμης. Αποδεικνύεται ακόμα ότι, και οι πιο έγκυρες Συνθήκες, Πρωτόκολλα και Συμφωνίες που έχουν υπογραφεί διμερώς ή πολυμερώς και με κάθε επισημότητα , έχουν ανάγκη δυναμικής υπεράσπισης για να εφαρμόζονται στην πράξη. Αλλιώς θα βρίσκονται επιτήδειοι που θα επιχειρούν την μονομερή “επικαιροποίησή τους” όπως στην περίπτωσή μας η Τουρκία.
Η Χώρας μας δεν φάνηκε σε καμιά φάση αυτών των προκλήσεων, επαρκώς έτοιμη για αποφασιστική απάντηση, στις διαχρονικές τουρκικές προκλήσεις. Για αρκετές δεκαετίες μάλιστα ζήσαμε ως Χώρα με το σύνδρομο της “ψωροκώσταινας”. Παραπονιόμασταν, ευχόμασταν και ρίχναμε τα βάρη στους ξένους “δια πάσαν νόσον” και αποτυχία μας. Τα πολιτικά κόμματα αντιμάχονταν λυσσαλέα το ένα το άλλο, ενώ η κάθε κυβέρνηση παραλάμβανε σχεδόν πάντοτε “καμένη γη” από την προηγούμενη. Και όταν ήρθαν οι “καλύτερες μέρες” με την ένταξή μας στην ΕΕ, χρεοκοπήσαμε τη Χώρα, την μετατρέψαμε σε αποικία χρέους των ευρωπαίων εταίρων μας. Διώξαμε τα μορφωμένα ελληνόπουλα στο εξωτερικό, χάνοντας ένα πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό. Αδιαφορήσαμε για το δημογραφικό μας πρόβλημα και προωθήσαμε την εγκατάσταση εκατοντάδων χιλιάδων λαθρομεταναστών που μας στέλνει επιλεκτικά η Τουρκία. Και το σημαντικότερο με τις αιματηρές περικοπές, αποδυναμώσαμε επικίνδυνα τις Ένοπλες Δυνάμεις μας. Αυτές τις ΕΔ που διέσωσαν μέχρι τώρα, και θα εξακολουθήσουν να αγωνίζονται, για να διασώζουν, την ασφάλεια και την αξιοπρέπεια της πατρίδας.
Εκείνα όμως που έπρεπε να κάνουμε κατά προτεραιότητα ως Χώρα, δεν τα κάναμε. Παραλείψαμε δηλαδή να σχεδιάσουμε τις στρατηγικές της πορείας της χώρας μας στο μέλλον, τις στρατηγικές της παραγωγικής ανασυγκρότησης, καθώς και τις στρατηγικές αντιμετώπισης της διαχρονικής απειλής που αντιμετωπίζουμε. Το αποτέλεσμα αυτών των παραλείψεων, ήταν εδώ και δεκαετίες, οι Ελληνικές Κυβερνήσεις, να παρακολουθούν αμήχανες και άβουλες την Τουρκία, η οποία καταπατώντας συνθήκες και διεθνές δίκαιο, απειλεί θρασύτατα την Πατρίδα μας. Αδύναμες να αντιδράσουν οι Ελληνικές Κυβερνήσεις, υιοθετούν πολιτικές κατευνασμού και υποχωρητικότητας, πολιτικές που αποθρασύνουν ακόμα περισσότερο την Τουρκία για περισσότερες διεκδικήσεις.
Ήδη ετοιμαζόμαστε να γιορτάσουμε την επέτειο των διακοσίων χρόνων από την απελευθέρωση της Χώρας μας από τον τουρκικό ζυγό και να τιμήσουμε τους ήρωες αγωνιστές μας. Η μεγαλύτερη ωστόσο τιμή που θα μπορούσαμε να κάνουμε σε αυτούς τους ήρωες, είναι να κρατήσουμε τη Χώρα, ακέραιη, ελεύθερη και υπερήφανη σήμερα και στο μέλλον, όπως εκείνοι μας την παρέδωσαν, με τη δική τους θυσία. Και αυτό υπό τις παρούσες συνθήκες, δεν μπορεί να επιτευχθεί παρά μόνο με ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις. Αντί λοιπόν να ξοδεύουμε για πανηγυρισμούς, θα ήταν καλύτερα το κάθε ευρώ που εξοικονομούμε, να το διοχετεύουμε στην ενίσχυση των Ενόπλων μας Δυνάμεων.
Η Τουρκία θα παραμείνει γείτονάς μας και μαζί θα παραμείνουν και τα προβλήματα μαζί της. Οι εξοπλιστικές μας δαπάνες είναι και θα παραμείνουν κατ’ ανάγκη υψηλές. Να τις αξιοποιήσουμε τουλάχιστο για να αποκτήσουμε και μια σχετική αμυντική αυτάρκεια μέσα από δική μας αμυντική βιομηχανία. Η Τουρκία το έκανε με επιτυχία και σήμερα όχι μόνο καλύπτει σε μεγάλο ποσοστό τις δικές της εξοπλιστικές ανάγκες, αλλά είναι και εξαγωγέας αμυντικού υλικού. Η Χώρα μας το αποπειράθηκε, αλλά η προσπάθεια πνίγηκε στην κομματική αδηφαγία, την συνδικαλιστική οκνηρία και άλλα κοντόφθαλμα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα. Ας παρηγορηθούμε από τη ρήση ότι “ποτέ δεν είναι αργά” και ας ξεκινήσουμε με περισσότερη σοφία έστω και τώρα.
Η ασφάλεια, η ελευθερία και η Εθνική Αξιοπρέπεια έχουν τεράστιο όφελος για έναν λαό, έχουν όμως και κόστος.
2 Ιουνίου 2020 – Απτχος (Ι) ε.α. Γεώργιος Πιστιώλης
της 46ης Σειράς Ιπταμένων της Σ.Ι.